Μερικά βιβλία που πρέπει να διαβάσεις.
Θυμάμαι μια συζήτηση για τους (κλασικούς) Ρώσους και τον Θωμά να μου λέει δεν γίνεται να μην έχεις ξετινάξει τον Τολστόι. Απάντησα με την αφέλεια του –“μα έχω διαβάσει τον Θάνατο του Ίβαν Ίλιτς, το Αφέντης και Δούλος και μερικά διηγήματα από τις συλλογές. Α και φυσικά έχω προσπαθήσει, το Πόλεμος και Ειρήνη”. -“Την Άννα Καρένινα την έχεις διαβάσει;” -“Όχι”. -“Χθες”.
Ξεκινάμε από τα πολύ βασικά. Δεν ξέρω ρωσικά και ένα τόσο σπουδαίο βιβλίο (που έχει εκδοθεί άπειρες φορές) θέλει μια πολύ καλή μετάφραση. Οι συστάσεις που ζήτησα από δύο φίλους -ο ένας φανατικός αναγνώστης και γνώστης των ελληνικών εκδόσεων, ο άλλος λογοτεχνικά ρωσόφιλος και με βασικές γνώσεις της γλώσσας- συνέκλιναν και οι δύο στην μετάφραση του Άρη Αλεξάνδρου από τις εκδόσεις Άγρα.
Δεν μπορώ ακόμα να καταλάβω πως γίνεται ένα τόσο μεγάλο βιβλίο να είναι τόσο συνεκτικό ως προς τη ροή τη γραφής του. Νιώθεις ότι έχει γραφτεί με μια πνοή -ενώ ο Τολστόι χρειάστηκε 4 ολόκληρα χρόνια, από το 1873 έως το 1877. Με φόντο την αυτοκρατορική Ρωσία -από έναν άνθρωπο που έχει ήδη ξεκινήσει να σκέφτεται εντελώς αντιεξουσιαστικά- ο Τολστόι κεντάει ένα αδιανόητο βάθος, πίσω από το προσχηματικά εμφανές παράνομο ειδύλλιο της Άννας Καρένινας με τον κόμη Βρόνσκι. Οι αξίες, οι συμβάσεις της ρωσικής κοινωνίας, το νόημα της ζωής, η σχάση πόλης-υπαίθρου, οι διαστάσεις της ελίτ ανάμεσα σε Μόσχα και Αγία Πετρούπολη, η σλαβική αλληλεγγύη, η Ρωσία σε σχέση με την Ευρώπη. Παράλληλα, με την ιστορία της Άννας Καρένινα (που δεν ξέρω να είναι στα αλήθεια η πρωταγωνίστρια) ο Τολστόι εστιάζει στην ζωή του γαιοκτήμονα Κονσταντίν Λέβιν (κάποιοι ισχυρίζονται ότι πρόκειται για τον ίδιο τον συγγραφέα). Εδώ, η αφήγηση αποκτά μια φιλοσοφική διάσταση: ένας αγώνας ανίχνευσης του σκοπού της ζωής, μια μάχη ανάμεσα στη θρησκευτικότητα, την οικογένεια, τη σκληρή αγροτική δουλειά. Ο ίδιος ο Τολστόι αμύνεται αυτής της αρχιτεκτονικής του διηγήματος -της συμπερίληψης του Λέβιν στην ιστορία της Άννας Καρένινας- απαντώντας με επιστολή (1878) στον Ρατσίνκσι “οι θόλοι μου έχουν ενωθεί με τρόπο που να μην αποκαλύπτονται οι ενώσεις τους” (ο ίδιος το εξέφρασε και ως ένας λαβύρινθος διασυνδέσεων. “Αν ήθελα να πω με λόγια όλα όσα είχα κατά νου να εκφράσω στο μυθιστόρημα αυτό, τότε θα έπρεπε να ξαναγράψω από την αρχή το ίδιο ακριβώς μυθιστόρημα”). Το θέμα δεν είναι η μοιχεία -όπως στη γαλλική λογοτεχνία της εποχής (Η Έμμα στην Μαντάμ Μποβαρύ του Φλωμπέρ). Ούτε ο συντηρητισμός της ρωσικής ελίτ, ή οι ανθρώπινες συμβάσεις που καταπιέζουν. Ο Τολστόι επικεντρώνεται στη ζωή χωρίς στόχο, στη θρησκευτική ή ηθική αναζήτηση για την απάντηση της ύπαρξης και έτσι συνενώνει στο βιβλίο τους δύο δασκάλους του: τον Ρουσσώ και τη Βίβλο. Η Άννα και ο Λέβιν μοιράζονται από κοινού τις ίδιες σκέψεις, αρνούνται να υποκύψουν στην κοινή γνώμη και τις άνευ νοήματος κοινωνικές συμβάσεις. Μια πραγματική ομολογία πίστης, ένας ιδεαλισμός στον χώρο του πραγματικού. Ίσως αυτό να έκανε τον Ντοστογιέφκσι να γράψει σε επιστολή του στον Στράκοβ (1877) “ο Τολστόι είναι ένας θεός της τέχνης. Μια αθάνατη αλήθεια ξεπροβάλλει και φωτίζει τα πάντα”. Και τον Ουίλλιαμ Φώκνερ όταν του ζήτησαν να κατονομάσει τα τρία καλύτερα μυθιστορήματα όλων των εποχών να απαντήσει: “Η Άννα Καρένινα, η Άννα Καρένινα, Άννα Καρένινα”.
Απάντηση δεν υπήρχε, εκτός από κείνη τη γενική απάντηση που δίνει η ζωή σε όλα τα προβλήματα, ακόμα και στα πιο πολύπλοκα και άλυτα. Η απάντηση είναι: πρέπει να ζεις με τις ανάγκες της ημέρας, δηλαδή να ξεχνάς. (43)
Και αυτός είναι ίσα ίσα ο σκοπός του μορφωμένου ανθρώπου: να μετατρέπει το καθετί σε απόλαυση. (91)
-Και η αμαρτωλή του Ευαγγελίου;
-Αχ. πάψε! Ο Χριστός ποτέ του δε θα λεγε κείνα τα λόγια αν ήξερε πόση κατάχρηση των λόγων του θα γινόταν. (99)
Όλη η ποικιλία, όλη η ομορφιά και η χάρη της ζωής, αποτελείται από φως και σκιά. (100)
Φίλοι δε θα μείνουμε, το ξέρετε και μόνη σας. Μπορούμε να γίνουμε οι ευτυχέστεροι ή οι δυστυχέστεροι των ανθρώπων… από εσάς εξαρτάται. (240)
Για τον Κονσταντίν Λέβιν το χωριό ήταν τόπος ζωής, δηλαδή τόπος όπου χαίρεσαι, υποφέρεις, μοχθείς. (381)
Η υποκρισία μπορεί να ξεγελάσει ακόμα και τον πιο έξυπνο και διορατικό άνθρωπο. Μα και το πιο κοινό παιδί τη μυρίζεται αμέσως, όσο μαστόρικα κι αν είναι κρυμμένη, και γυρίζει στον υποκριτή την πλάτη του. (425)
Ολ’ αυτά βουλάξιανε μέσα στη θάλασσα του κοινού μόχτου. Ο Θεός έδωσε την ημέρα, ο Θεός έδωσε τη δύναμη. Και η μέρα και οι δυνάμεις είναι αφιερωμένες στο μόχτο και ο μόχτος είναι ατός του η ανταμοιβή. Και για ποιον κοπιάσανε; Τι καρπούς θα φέρει ο μόχτος; Οι τέτοιες σκέψεις δεν έχουν σχέση μ’ όλα αυτά και ούτε έχουν και καμία σημασία. (437)
Βλέπετε το ίδιο πράγμα μπορεί να το αντιμετωπίσει κανείς τραγικά, έτσι που να καταντήσει μαρτύριο, μπορεί όμως να το αντιμετωπίσει και απλά, ακόμα και εύθυμα. (470)
Οι κομμουνιστές υπάρχουν μόνο στη φαντασία τους. Πάντα όμως οι άνθρωποι της ίντριγκας μας φοβερίζουν μ’ ένα φθοροποιό και επικίνδυνο κόμμα. Είναι παλιό κόλπο. (488)
Ο Αλεξέι Αλεξάντροβιτς περίμενε πως το πάθος αυτό θα περάσει, όπως άλλωστε περνάει το καθετί. (551)
Αυτή η πραγματοποίηση του απεκάλυψε το αιώνιο λάθος που κάνουν οι άνθρωποι νομίζωντας πως η ευτυχία είναι η πραγματοποίηση μια επιθυμίας. (703)
Όμως, είναι δύσκολο να μην τα βάλεις με κάποιον άλλον όταν δεν είσαι ευχαριστημένος με τη ζωή σου και συνήθως τα βάζεις με το πιο αγαπητό σου πρόσωπο και καταλογίζεις την ευθύνη για τη δυσαρέσκειά σου. (733)
Τον ζηλεύω επειδή είναι καλύτερός μου, είπε χαμογελώντας ο Λέβιν. Δεν ζει για τον εαυτό του. Όλη του η ζωή είναι υποταγμένη στο καθήκον. Και γι’ αυτό μπορεί να είναι ήρεμος και ευχαριστημένος. (840)
Έλεγα πως δεν μπορώ να φανταστώ μια ζωή που να μην είναι μαρτύριο, πως όλοι μας είμαστε πλασμένοι για να υποφέρουμε και πως όλοι μας το ξέρουμε αυτό και επινοούμε τρόπους για να ξεγελιόμαστε. (1129)
Να μην ζεις για τις ανάγκες σου, μα για το Θεό! Για ποιον Θεό; Τι πιο παράλογο θα μπορούσε να μου πει κανείς απ’ αυτό που μου είπε. (1172)
Αν το καλό έχει αιτία, παύει να είναι καλό· αν έχει αποτέλεσμα την ανταμοιβή, παύει επίσης να είναι καλό. Άρα, το καλό βρίσκεται έξω απ’ την αλληλουχία των αιτίων και των αποτελεσμάτων. (1173)
Και όχι μόνο η οίηση του μυαλού, μα και η ανοησία του μυαλού. Και το κυριότερο, απάτη του μυαλού. Ναι, το μυαλό είναι ένας απατεώνας (1176).
Αυτή η λέξη ‘λαός’ είναι τόσο αόριστη, είπε ο Λέβιν. Μερικοί κοινοτικοί γραφιάδες, μερικοί δάσκαλοι και από τους μουζίκους ένας στους χίλιους ίσως, ξέρουν περί τίνος πρόκειται. Τα υπόλοιπα ογδόντα εκατομμύρια όχι μόνο δεν εκφράζουν τη θέλησή τους μα δεν έχουν καν ιδέα για ποιο πράγμα θα πρέπει να εκφράσουν τη θέλησή τους. Τι δικαίωμα έχουμε λοιπόν να λέμε πως αυτή είναι η θέληση του λαού; (1189)