Σύντομη επιστροφή στη Θεσσαλονίκη, στον ήλιο της που μας φέρνει αντιμέτωπους με τους φόβους μας, κάνει τα τσιμέντα να καίνε και τους άστεγους να ψάχνουν σκιά. Οι άνθρωποί μου, ορκίστηκαν χθες/πέρυσι/πριν 10 χρόνια (σε τι ορκίστηκαν άραγε;), φόρεσαν τα χρωματιστά τους, πήραν βαθιές ανάσες και πόζαραν σε ξένους φακούς, δίπλα στα αγαπημένα τους πρόσωπα.“Ελάτε όλοι μαζί, φέρτε και το πανό, να κάνουμε λίγο χαμό να ακουστούμε γαμώτο!”. Η πόλη παραδίδεται στις φλόγες και είμαστε όλοι μάρτυρες· το παρόν μας πιστό σε όσα είχαμε τη δύναμη να σκεφτούμε, πιστό στις φωτογραφίες που βγάλαμε μπροστά στην πορτοκαλί παρατημένη βέσπα στο στέκι του βιολογικού, πιστό στην ορατότητά μας, στο προνόμιο ανταλλαγής ιδεών που φέρουμε ως φοιτητές, πιστό στην εξέλιξη και στην αλλαγή και στην αμφισβήτηση. Φροντίζουμε με στοργή το δυνητικό, για όλες τις εκδοχές του μέλλοντος που μπορεί να μη δούμε ποτέ να υλοποιούνται. Κυρίως, όμως για την πιθανότητα να τις διεκδικήσουν άλλοι, μετά από εμάς, πιο τολμηροί.


Η πόλη αλλάζει κάθε φορά που γυρνάω. Θα είναι διαφορετική τον επόμενο μήνα, ακόμη πιο άγονη, πιο δυστοπική. Μέχρι να σταματήσουμε να τη βλέπουμε τόσο συχνά και ξεχάσουμε πόση αμηχανία νιώθουμε μπροστά στην αλλαγή και απέναντι σε όσους δεν αντιλαμβάνονται την αλλαγή. Παιδιά διαμάντια, εσείς και η επιβεβλημένη αριστεία σας, η κακοποίηση μεταμφιεσμένη σε αγάπη, η νοσηρή σας ανάγκη να μας πείσετε για ασφάλεια και τάξη και άλλες αποστειρωμένες έννοιες που φέρνετε στα μέτρα σας. Δεν είμαστε η αόρατη γενιά, είμαστε η μουδιασμένη γενιά, αυτή που έχει εντυπωμένο τον πόλεμο στο DNA της και ανατριχιάζει μπροστά στα βεβιασμένα σας χαμόγελα, στις αντικειμενικές πηγές σας ενημέρωσης, μυρίζει μπαρούτι και μούχλα η ατμόσφαιρα, αλλά εσείς έχετε χάσει τις αισθήσεις σας προ πολλού. Μουδιασμένοι μπροστά σε αποχωρισμούς, καθημερινότητες, εγκλήματα πάθους, οικολογικές καταστροφές, μικροπρέπειες και σοβαροφάνειες με αντίδοτο μια χούφτα ανθρώπων που προσπαθούν. Που παλεύουν για να βγάλουν τον μήνα, που λαμβάνουν σοβαρά τον ρόλο του παιδαγωγού, που επαναπροσδιορίζουν τα όριά τους, που δημιουργούν για την απλότητα της δημιουργίας, που κάνουν την Θεσσαλονίκη άτρωτη μπροστά στη διάβρωση. Που αξίζει να επιστρέφεις για να εμπνέεσαι.
Κάποια βράδια ο χρόνος σταματάει, δε μπορεί να μετρηθεί γραμμικά. Έρχομαι κοντά σου, συζητάμε ξαπλωμένοι τα δικά μας και γελάμε δυνατά, σου φιλάω τον ώμο λίγο πριν αποκοιμηθώ και η πόλη των νομάδων ηρεμεί. Κάποια βράδια περπατάμε στην Αθήνα και συναντάμε μικρά βιβλιοπωλεία ή πάμε σινεμά και πιστεύω ξανά στη γλύκα του κόσμου. Να σου λέω ότι μας ενώνει το ταξίδι και πόσο μου αρέσει η λέξη “δρόμος” γιατί μου θυμίζει γαρύφαλλα και συ να χάνεσαι με τους συνειρμούς μου και να με κρατάς πιο σφιχτά. Η άλλη πόλη, η εξιδανικευμένη και καθοδηγούμενη από έρωτα και όνειρο, που κάθε της ασχήμια κρύβεται και δε μας αφορά, τα άσχημα τα μαθαίνουμε από το facebook. Στην πραγματικότητα, η πόλη αυτή κατοικείται από τις πιο ανέμελες πτυχές μας και κάθε εποχή της είναι άνοιξη.


Τον Μάιο το τρένο μετατρέπεται σε κινούμενο πίνακα και γω κάνω απλοϊκές ερωτήσεις στον εαυτό μου που δε μπορώ να απαντήσω. Κινούμαστε παράλληλα με τη φύση, (όπως κινούνται παράλληλα οι διαδηλωτές με τα όργανα επιβολής του νόμου,σκέφτομαι) διεκδικούμε το ζωτικό της χώρο και χρήζουμε την παρουσία μας απαραίτητη “για την βιώσιμη εξέλιξη και προστασία της”. Χαιρόμαστε να παρατηρούμε τη σαρωτική ομορφιά του τοπίου μόνο πίσω από το τζάμι ή σε απόσταση ασφαλείας. Γιατί όμως παρεξηγούμαστε όταν συνειδητοποιούμε ότι οι δικές μας απαιτήσεις, η δική μας ανάγκη για άνεση μπορεί να είναι το ίδιο απειλητική για τη διατήρηση αυτής της ομορφιάς, όσο απειλητική θεωρούμε και τη δική της ορμητική και επαναστατική διάθεση ως προς τα σχέδιά μας; Ξέρετε, αισθάνομαι ότι οι σημαντικές μας στιγμές έρχονται σαν παλίρροια. Δεν περιμένουν από εμάς να είμαστε έτοιμοι, μόνο ανοιχτοί στο νέο. Οι μέρες μεγάλου συμβολικού και συναισθηματικού φορτίου, όπως η ορκωμοσία των φίλων που συνέπεσε με την αναγνώριση των Ομάδων Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων (ΟΠΠΙ) από το Συμβούλιο της Επικρατείας, δε μπορούν από μόνες τους να μας προετοιμάσουν για το νέο (;) κανονικό. Χρειάζεται ωστόσο, να τους αναγνωρίζουμε τον συμβολισμό και να μη τις προσπερνάμε.
Μέσα σε θολούρα σκέψεων και συναισθηματικά γαϊτανάκια, μόνο η ωρίμανση μου μένει ως απάντηση. Ο κόμπος στο στομάχι και αυτή η ενοχή ότι μοιάζουμε γελοίοι που κάποια πράγματα μας επηρεάζουν ακόμα, έστω κι αν γνωρίζουμε ότι μόνο με αυτόν τον τρόπο σφυρηλατούμαστε. Δεν ξέρω, μεγαλώνω και τα γεγονότα με ξεπερνούν. Γράφω αυτοβιογραφικά για να ξορκίσω την κούραση, έχω ανάγκη οι σκέψεις μου να μην είναι τόσο μπερδεμένες και είναι ακόμα νωρίς για να εκφραστώ ερευνητικά. Καταλαβαίνω βέβαια ότι τις στιγμές που αισθάνομαι μετέωρη μπροστά στην αλλαγή, που εντοπίζω την ματαιότητα των πραγμάτων, επιστρέφω υποσυνείδητα σε όσα με αγγίζουν, σε αυτά που συνήθως γεννά η άνοιξη.