Γειά. Ο ίδιος. Έναν, περίπου, χρόνο πίσω ξεκίνησα να γράφω για τα μπαρ, από δω. Τότε απορούσα πως γίνεται να έχουμε αποκτηνωθει τόσο πολύ, που ως μέλη ενός κοινωνικού μπουρδέλου, δεν έχουμε τη στοιχειώδη συμπόνοια για τον συνάνθρωπο.
“Κοινωνία κανίβαλων με τρανζίστορ” έγραφε ο (αυτό)υπογράφων, αναφερόμενος (και) στην περίπτωση των παιδιών. Αθωώθηκαν τα παιδιά επιτέλους. Τα παιδιά σε μια δικη-παρωδια έμειναν παραπάνω από ένα χρόνο φυλακή. ΦΥΛΑΚΗ ΡΕ ΦΙΛΕ. Τσάμπα.
Σε φάση “γιατί έτσι” που μάθαμε σαν αυτοματοποιημενα μαλακισμένα, να λέμε, να καταπίνουμε και να το ξερνάμε μόνο για να το ξανακαταπιούμε κιόλας, αβίαστα (στσ(γτχσ):μηρικασμος). Δεν μας πειράζει. Μας αρέσει. Δεν πονάει το στομάχι μας, με ζωές που δικές μας είναι στο κάτω κατω, μας δίνει ασφάλεια.
Απαράδεκτα κοινωνικά αντανακλαστικα με σως απο μια ακόμη πιο απαράδεκτη συστημική ανοχή σε sous vide με πρακτικές μεσαίωνα και κύριο γνώμονα τα ντι εν εη. Την ίδια στιγμή, νόμιμοι κληρονομοι του μεγαλέκου, διαδήλωναν για τα κοτέτσια τους(?). Θα περάσει κι αυτό. Όλα περνάνε.
Μια συνταγή: Βασικά μια όχι συνταγη: βρε καλαμπούρι, το να βάζεις λεμόνι, ζάχαρη και σόδα, είναι ΣΠΙΤΙΚΟ κατ’ ευφημισμόν. γκουγκλαρε το “ευφημισμός” κι αγαμήσου.
Μια συμβουλή: δοκίμαζε πριν σερβίρεις. Είναι μάθημα περισσότερο, παρά έλεγχος.
Λαθ.