Ο Bobby είναι μια από αυτές τις περίεργες μεταβλητές που κάνουν τη ζωή ενδιαφέρουσα και τον κόσμο μας έναν. Γεννήθηκε στο Ohio και μεγάλωσε στο Denton, μια πόλη δίπλα στο Dallas του Texas. Γονείς πρόσφυγες. Πατέρας Ιταλός, μητέρα ελληνικής καταγωγής. Παππούς από Σμύρνη. Γιαγιά κρητικιά. Η Μεσόγειος τον καθόρισε. ‘Ήρθε στην Αθήνα σαν τουρίστας έφηβος. Άκουσε ρεμπέτικα. Αυτό ήταν. Είπε «θέλω να γίνω ρεμπέτης». Και το εννοούσε. Σκάλισε τις ρίζες του. Διάβασε για την Ελλάδα. Έψαξε την ελληνική μουσική. Μελέτησε το ρεμπέτικο. Ορισμένα χρόνια μετά εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα. Για να μείνει και να γίνει ρεμπέτης. Αγόρασε το επαγγελματικό του μπουζούκι. Τρίχορδο φυσικά. Σχεδόν δεν μιλάει καθόλου ελληνικά. Ή μιλάει λίγο. Καταλαβαίνει όμως όλα τα τραγούδια. Μεταφράζει πριν τραγουδήσει. Ακούει και αναπαράγει. Σαν παλιό καλό γραμμόφωνο.
Τον συναντήσαμε στο Δίπορτο, πίσω από την αγορά. Φόρεσε τα «ρεμπέτικά του». Έφερε μαζί του την «βίβλο του». Έναν πάκο με περίπου 1000 τραγούδια περασμένα από τον ίδιο λέξη-λέξη. Μουσική και στίχοι. Εκεί που το google translate δεν μπορεί. «Τι θα πει ζουρλοπενεμένης γέννα»; Οι ρετσίνες πήγαν κι ήρθαν. Η κουβέντα άναψε. Οι χορδές βρόντηξαν. Ο κόσμος χειροκρότησε, αφού πρώτα κοίταξε αινιγματικά αυτόν το περίεργο «ξένο» που έψελνε Μάρκο. Ο Bobby έγινε Μπάμπης.
Λίγο πριν πάμε στην αγορά πέρασε από τα γραφεία μας και μας τραγούδησε με το μπουζούκι.
Πες μου λίγο, πώς ξεκίνησαν όλα;
Κοίτα ήρθα για πρώτη φορά στην Ελλάδα σαν έφηβος με ένα μεγάλο ενδιαφέρον να μάθω για την καταγωγή μου. Ο πατέρας μου είναι Ιταλός, αλλά η μητέρα μου είναι από εδώ. Ο παππούς μου γεννήθηκε στη Σμύρνη και η γιαγιά μου στη Σητεία της Κρήτης. Πίσω στο σπίτι στην Αμερική άκουγα σχεδόν όλα τα είδη της ελληνικής μουσικής. Αλλά ήθελα να «σκάψω» κι άλλο. Την πρώτη φορά λοιπόν που ήρθα στην Αθήνα ήμουν 16 χρονών και η πόλη με σημάδεψε. Αγόρασα το πιο τουριστικό μπουζούκι που βρήκα και ο δάσκαλος της κιθάρας μου πίσω στην Αμερική, Έλληνας και αυτός, μου έδειξε κάποια πράγματα. Στα 19 μου ξανάρθα. Ρώταγα παιδιά της ηλικίας μου ποιος είναι ο αγαπημένος τους μπουζουξής. Μου έλεγαν ο Μάρκος Βαμβακάρης, ή ο Τσιτσάνης. Έψαχνα να βρω δίσκους τους αλλά μου πουλούσαν όλοι επανεκτελέσεις. Ήταν δύσκολο να εξηγήσω στους καταστηματάρχες ότι ψάχνω να βρω τον ίδιο τον Μάρκο να παίζει τα τραγούδια του. Τελικά βρήκα έναν δίσκο με την ‘Φραγκοσυριανή’. Είναι και το πρώτο επίσημο ρεμπέτικο που άκουσα. Αυτό το CD το άκουγα ξανά και ξανά γιατί ο ήχος ήταν τόσο εξωγήινος που απλά δεν μπορούσα να καταλάβω τι γίνεται μουσικά. Τελικά με τα πολλά απορροφήθηκα τελείως. Από εκεί ξεκίνησαν όλα. Έβαλα Internet στο σπίτι και άρχισα να ψάχνω για περισσότερα τραγούδια να μαθαίνω για την ιστορία, μου έγινε έμμονη ιδέα. Αποφάσισα να τα παρατήσω όλα και να γίνω ρεμπέτης.
Το λες έτσι απλά. Ποιος είναι ο αγαπημένος σου ρεμπέτης μετά από τόση μελέτη;
Είναι δύσκολο να σου πω γιατί απλά αγαπώ όλους τους αρχικούς μεγάλους του ρεμπέτικου το ίδιο. Πρέπει, μάλλον να παραδεχτώ ότι ο Μάρκος έχει ιδιαίτερη σημασία για μένα. Έμαθα για την ζωή του και τον χαρακτήρα του, διάβασα κομμάτια της αυτοβιογραφίας του, έπινα και άκουγα τη μουσική του. Είναι ξεκάθαρο για μένα ότι αυτός ο άνθρωπος παρά τα λάθη του είχε μια γνήσια καρδιά ένα αλήτικο πνεύμα και μια βαθιά συναισθηματική κατανόηση μιας αίσθησης καθολικού για την ανθρώπινη εμπειρία. Ο Μάρκος δεν έλεγε όχι στη ζωή όταν η ζωή του έλεγε όχι. Ορισμένοι τον θεωρούν ως έναν μέτριο οργανοπαίκτη που απλά έτυχε να γράψει πιασάρικες μελωδίες. Νομίζω ότι δεν τον ακούνε πραγματικά. Το παίξιμο του είναι γεμάτο από μικροσκοπικές λεπτομέρειες που δίνουν έναν ξεχωριστό χαρακτήρα σε κάθε του τραγούδι κάνοντας τα πολύ πιο περίπλοκα απ’ ότι μπορεί να φαίνονται. Ναι, τους αγαπώ όλους αλλά είναι ο αγαπημένος μου.
Πιστεύεις ότι ζεις σε λάθος εποχή; Ότι θα έπρεπε να είσαι ένα κουτσαβάκι του 1930;
(Γέλια) Καλά φυσικά και θα ήθελα να δω πως ήταν τα πράγματα τότε! Θα ήθελα να μπορώ να διατηρήσω τις καλές στιγμές εκείνων των χρόνων και αυτό προσπαθώ να κάνω με τον τρόπο που παίζω, τον τρόπο που ντύνομαι. Πιστεύω πως η πόλη ήταν πολύ πιο όμορφη τότε, πριν να καταστραφούν δηλαδή όλα τα νεοκλασικά κτίρια. Στο παρελθόν πολλές φορές αισθανόμουν ότι αγαπάω τη λάθος εποχή. Τώρα όχι τόσο. Έχω καταλάβει ότι όλα όσα έχουν τελικά διατηρηθεί είναι τα καλύτερα από εκείνη την εποχή. Προφανώς και θα υπήρχε κακή μουσική και εμπορευματοποίηση τότε όπως και τώρα. Με εμπνέει βέβαια η ζωή του μάγκα αλλά φυσικά δεν είναι δυνατό να αντιγράψεις σήμερα τον τρόπο ζωής τους. Τώρα που το σκέφτομαι θα μπορούσαμε και να προσπαθήσουμε. Μπορεί και να αξίζει! Η ζωή τους μοιάζει κάτι πνευματικό για μένα. Σαν ενός ταξιδιάρη bluesman στην Αμερική, ή ενός Δερβίση στην Τουρκία. Αυτό είναι το θέμα. Δεν είναι απλά μια φόρμα μουσικής είναι ένας τρόπος ζωής. Ένας πνευματικός τρόπος να καταλάβεις την ανθρώπινή σου υπόσταση.
Μπορείς σε παρακαλώ να θυμηθείς και να μου περιγράψεις την αγαπημένη σου στιγμή παίζοντας στην Ελλάδα;
Υπήρξαν αμέτρητες νύχτες μπουζουκιού σε αυτή την υπέροχη χώρα. Σπουδαία δώρα όλες αυτές οι νύχτες και τις κουβαλάω. Πολύ περισσότερα απ’ όσα περίμενα ότι θα πάρω και είμαι πολύ ευγνώμων. Πολλές οι στιγμές. Τι να πρωτοθυμηθώ; Κάποια βράδια που τριγύρναγα στην πόλη και κάποιοι μουσικοί με έβλεπαν με το μπουζούκι και με φώναζαν σε μια ταβέρνα να παίξω μαζί τους. Περπατάω συχνά και συναντάω αγνώστους. Κάθομαι μαζί τους σε πλατείες ξεκινάω να παίζω και με κερνάνε καμία μπύρα. Βρίσκω καμιά δουλειά σε κανένα μαγαζί και ο κόσμος τραγουδάει, χορεύει διασκεδάζει, μου δίνει αγάπη και τίποτα λεφτά. Όλες αυτές οι φορές ήταν υπέροχες. Κάθε φορά που γνώρισα ένα κορίτσι ήταν το κάτι άλλο. Κάθε φορά που ο κόσμος χόρευε στα τραπέζια. Κάθε φορά που όλοι χάσαμε τον έλεγχο ήταν υπέροχη.
Λίγο μπιτ ρεμπέτικο. Πώς είναι η καθημερινότητά σου;
Όλα γυρνάνε γύρω από τη μουσική μου. Αυτό αποφάσισα να κάνω και αυτό κάνω. Περνάω λίγο χρόνο μιλώντας με φίλους απ’ όλο τον κόσμο και λίγο χρόνο ψάχνοντας μουσική. Μαθαίνω συνέχεια καινούργια τραγούδια γιατί βαριέμαι να παίζω όλη την ώρα τα ίδια. Γράφω και τα δικά μου τραγούδια καμιά φορά. Διαβάζω, τρώω υγιεινό ελληνικό φαγητό. Κάθε μέρα παίρνω το ποδήλατο μου και κατεβαίνω στο κέντρο. Παίζω στην Ερμού και την Ηφαίστου, ή αν βρω καμιά δουλειά σε κανένα μαγαζί παίζω κι εκεί.
Πώς είναι για σένα να ζεις στην Αθήνα;
Ακόμα θεωρώ την Αθήνα ένα υπέροχο μέρος να ζεις. Υπάρχουν πάντα άνθρωποι στο δρόμο που μπορεί απλά να περιφέρονται. Είναι μια πολύ δημόσια, ανοικτή κουλτούρα. Σαν ένα γιγαντιαίο χωριό. Και οι περισσότεροι Αθηναίοι νομίζω ότι είναι πρώτης, ή δεύτερης γενιάς και έχουν διατηρήσει την νοοτροπία του χωριού τους. Αυτό είναι και καλό και κακό. Μπορεί να πετάνε ας πούμε τα σκουπίδια τους από το παράθυρο, αλλά είναι φιλικοί. Όταν ήρθα το 2011 υπήρχαν ακόμα λεφτά στην πόλη. Έβρισκα δουλειές πιο εύκολα. Σιγά σιγά όλα δυσκόλεψαν. Θα έλεγα ότι τον πρώτο ενάμιση χρόνο ήταν από τις καλύτερες περιόδους της ζωής μου, ενώ αντίθετα το τελευταίο ενάμιση χρόνο είναι από τις δυσκολότερες φάσεις. Και δεν είμαι ο μόνος. Συμβαίνει σε όλους και αυτό επηρεάζει και τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Επομένως, σήμερα η Αθήνα είναι ένα δύσκολο μέρος να ζεις, αλλά ακόμα παραμένει ένα υπέροχο μέρος.
Τα έχεις βάλει με τους Έλληνες; Τι γνώμη έχεις;
Πολλές φορές έχω την αίσθηση ότι πολλοί Έλληνες έχουν βαρεθεί να είναι Έλληνες (Γέλια). Αυτό είναι λυπηρό για μένα. Κάθε χώρα έχει κάτι μοναδικό και ιδιαίτερο να προσφέρει και αν δεν επενδύσεις σε αυτό που έχεις τότε αυτομάτως αυτό θα χάσει μέρος της ποιότητάς του. Αν προσπαθήσεις να μιμηθείς άλλους πολιτισμούς θα καταλήξεις με κάτι δεύτερο. Μου δίνεται η αίσθηση ότι ο κόσμος εδώ ψάχνει για μια λύση εκτός Ελλάδας. Αυτό είναι πολύ ακατανόητο. Υπάρχει μια όμορφη χώρα που χρειάζεται στήριξη για να ανέβει η ποιότητα ζωής. Κανένας άλλος δεν πρόκειται να το κάνει αυτό.
Σκέφτεσαι το μέλλον σου. Τίποτα σχέδια;
Το όνειρό μου ήταν να έρθω στην Ελλάδα να γίνω ρεμπέτης και επαγγελματίας μουσικός. Είμαι εδώ και η ζωή είναι δύσκολη. Έχω καταφέρει αρκετά πράγματα, αλλά δεν ξέρω πού θα με πάει η ζωή τώρα. Σκέφτομαι πολύ σοβαρά πιο θα είναι το επόμενό μου βήμα. Μπορεί όχι και τόσο «μάγκικο» αλλά το σκέφτομαι. Ποιος ξέρει;
Τον Bobby Damore μπορείτε να τον βρείτε στους δρόμους της πόλης. Συνήθως στην Ερμού (Καπνικαρέα) και στην Ηφαίστου.
Κείμενο: Κωστής Πιερίδης
Φωτογραφίες: Freddie F.
http://youtu.be/m8ozYZ4bUE8
Για την όλη ιστορία παραθέτουμε ένα αριστούργημα του ρεμπέτικου της διασποράς, του ρεμπέτικου της Αμερικής (Σπύρος Στάμος, 1935) που ταιριάζει γάντι στον φίλο μας τον Bobby. Το άσμα λέγεται «Το Ουέστ».
Πήγα και στο Σαν Φρανσίσκο,
κι όλο μερακλήδες βρίσκω.
Σακραμέντο και Βαλέο,
τι έχω πάθει δε στο λέω.
Σακραμέντο και Λοντάι,
ο Θεός να σας φυλάει.