...

    Βεράνο

    Σημασία έχει όταν βλέπεις παλιούς σου γνωστούς, ή φίλους να μην δίνεις στο μυαλό σου χώρο για αυτή την ανθρώπινη, ελαττωματική προσέγγιση της σύγκρισης. Ρωτάνε κάποιοι τί έχει κάνεις με την ζωή σου; Ίσως για να απαντήσουν στο τί έχουν κάνει με την δική τους. Οι λίστες είναι φτιαγμένες με τόνους “εγώ”. Άλλοι παιδιά, άλλοι καριέρα, κάποιοι και τα δύο. Η καθολική ιδέα της επιτυχίας είναι μάλλον η πλέον αποτυχημένη επινόηση της ανθρωπότητας.

    Στους διαδρόμους ενός νοσοκομείου. Κάνει ανυπόφορη ζέστη. Περιμένεις να ακούσεις κάτι. Τουλάχιστον έχει αγκαλές. Και καθαρά βλέμματα. Σαν αυτά που βρίσκεις μέσα σου, όταν διαπιστώνεις την πιο έπευπτη και προφανή από τις “ύλες” που διαφεντεύουν την “ύλη” σου. Τίποτα δεν είναι εύκολο. Κάπου εκεί, αρχίζεις δειλά δειλά και κοιτάς τους διπλανούς. Ναι, αυτό βοηθάει. Να ανακαλύψεις τα πιο δύσκολα, να σου φανούν τα δικά σου λογικά. Λες και το παράλογο της ύπαρξης δεν είναι από μόνο του αρκετό. Λες και το παράλογο της ύπαρξης, μπορεί να λυθεί με μια σου σκέψη.

    Η Β ξεκίνησε άλλη μια πολιτική κουβέντα. Τώρα το πόσο πολιτική μπορεί να είναι μια κουβέντα που βασίζεται σε νούμερα που ούτε η ίδια δεν μπορούσε να καταλάβει, είναι ένα άλλο θέμα. Η ένταση δεν άργησε να έρθει. Ένα μακροσκελές φετίχ, ανεξήγητο και κάπως οικείο το να πρέπει να διαφωνήσεις πάση θυσία. Στο μπαλκόνι – μια ταράτσα στο μετς – είχε φασαρία. Στο μπαλκόνι, κάτω από μια πέργκολα, σε σκληρές φερ φορζέ – που είναι ξανά στην μόδα – , τάπας με κινόα, αβοκάντο και πατάτες περού, αναλύθηκε το πολιτικό αδιέξοδο του κόσμου και φυσικά η δικτατορία στη Βενεζουέλα. Το βλέμμα του Τ – ειδικά την στιγμή της κορύφωσης της έντασης – καρφώθηκε στην απέναντι πολυκατοικία και συγκεκριμένα στην εξωτερική μονάδα υπογραφή “Toyotomi” και το ανεμιστήρα που γύριζε τόσο γρήγορα, ώστε οι έλικες σχημάτιζαν έναν τέλειο κύκλο. Τα κουνούπια ενδεχομένως να ήταν η μόνη πραγματική ένδειξη “πολιτικού” στην κουβέντα. Όσο θα πασχίζεις να ικανοποιήσεις τα πιο απόκοσμα προσωπικά σου απωθημένα, δια της κουβέντας, της επιβολής, της ίδιας της σκέψης, κάτι θα είναι εκεί για να σου πίνει το αίμα.

    Ο Α πλέον γράφει στο facebook. Τσιτάτα, αναλύσεις, σχόλια. Ποστ που πριν ακόμα τα δάχτυλα αρχίσουν να βαρούν με μανία το πληκτρολόγιο έχουν αυτό το “διαβάστε περισσότερα”. Μαζεύει τα like του, τα σχόλια, τις κοινοποιήσεις και στον καθρέπτη της ψηφιακής του ανυπαρξίας αισθάνεται αποδοχή. Λίγη ώρα μετά, στην εσωτερική γραμμή είναι το αφεντικό του. Άλλη μια προσταγή, άλλη μια επιτακτική εντολή, άλλη μια παράσταση υποταγής. Αναμοχλεύει τις ανάσες του προσκυνώντας την θεά υπομονή. Για αυτό που οι διπλανοί του ονομάζουν “παραγωγή” και για μια κατάθεση που του γίνεται κάθε τέλος του μήνα και αξιοποιείται για ρεύμα, νερό, σαμπουάν, χαρτιά, υγρό φακών και υλικά για τοστ.

    Ξανά στο μπαλκόνι στο Μετς. Το κρασί ήταν άθλιο, αλλά είχε μια ετικέτα χιλιάνικη και όλοι έκαναν πώς τους άρεσε. Το ίδιο συνέβαινε και με τις ζωές τους. Ο ανεμιστήρας του “Toyotomi” σταμάτησε να γυρνάει. Εν τέλει δεν ήταν κύκλος. Γιατί ο κύκλος δεν σταματάει να γυρνάει ποτέ.

    Ο Κ νιώθει ξανά ελεύθερος. Κοιμάται κάθε βράδυ με ανοικτό παράθυρο. Μερικές φορές κρεμιέται από εκεί για να την καμαρώσει. Παρκαρισμένη στον δρόμο, στο ίδιο σημείο κάθε μέρα. Μια vespa του παππού του, ένα μεταμοντέρνο γαϊδούρι των πόλεων. Την βρήκε σκουριασμένη στην αυλή. Την έφτιαξε. Και τώρα τον μεταφέρει, αυτόν και τις σκέψεις του. Οι φίλοι του είπαν “πόσο χίπστερ”; Ο ένας φοράει παντελόνι με γυρισμένα πατζάκια. Η άλλη γυαλιά της δεκαετίας του 1950. Τουλάχιστον οι φίλοι μοιάζουν. Όχι στα προφανή. Κυρίως στο ότι δεν υποφέρουν την αντανάκλαση του εαυτού τους.

    “Σημασία έχει πώς πουλάς τον εαυτό σου”. Είτε είσαι δημοσιογράφος, είτε γιατρός, είτε πουτάνα, είτε μπάτσος. Δηλαδή, αυτό το τσιτάτο λίγο πολύ θέλει νας μας πει, πώς η όποια επιτυχία κρίνεται στο πόσο καλά θα στήσεις την βιτρίνα σου. Ο Π σας πούμε είναι ένας συμπαθής τύπος που δεν έχει ιδέα απ’ τη ζωή. Και αυτή ακριβώς την πραγματικότητα φρόντισε – εξαιρετικά πειστικά – να την μετουσιώσει σε πράξη. Δηλώνει συγγραφέας. Και γράφει. Πολλές φορές καλά. Απλά τον ζούνε άλλοι. Δηλώνει όμως συγγραφέας.

    Ο Τ γύρισε από διακοπές. Σχετικά πιο νωρίς από πέρυσι. Σίγουρα πιο νωρίς από πρόπερσι. Μιλάει για την Αθήνα τον Αύγουστο. Έχει μάθει να προσαρμόζει τις σκέψεις του με κάθε τρόπο. Να κάνει ό,τι ακριβώς απαιτείται για να διευκολύνει την καθημερινότητά του. Και σήμερα, ενώ περιμένει το λεωφορείο που θα τον πάει στο γραφείο, κοιτάει στο κινητό τις φωτογραφίες στον φάκελο “Δονούσα 2017”. Ναι η οργάνωση είναι και αυτή ένα ακόμη γιατρικό. Το scroll γίνεται βιαστικό. Όμως, σε μια φωτογραφία μένει λίγο παραπάνω. Είναι τα πόδια του στην άμμο, μαζί με τα δικά της πόδια και πίσω φαίνεται η θάλασσα. Θυμάται, είχαν βγάλει τα μαγιώ τους. Είχαν πιει μπύρες. Και ενώ δεν είχαν καμιά φοβερή σκιά – ναι ξέχασε την ομπρέλα και μουρμούραγε – κάθισαν μέχρι να δύσει ο ήλιος. Μίλησαν. Με τα μάτια, με την φωνή τους, με τις σκέψεις τους. Ο Τ δεν μπήκε στον λεοφωρείο. Περπάτησε μέχρι το γραφείο. Μπας και καταφέρει να ξεχάσει.

    “Βεράνο” σημαίνει καλοκαίρι. Η Π θυμάται να το μαθαίνει σε μια αίθουσα Ισπανικών μαζί με τον Μ. Πάνε πια χρόνια. Σχεδόν, αυτόματα (αυτά τα παιχνίδια των νευροσυσχετισμών) θυμάται εκείνο το “βεράνο” που κανόνιζαν να πάνε στην Σύμη. Αλλά η ζωή απαντάει διαφορετικά στα σχέδια των ανθρώπων – ιδιαίτερα σε αυτά που κάνουν κάθε “βεράνο”. Η Π πήγε μετά από χρόνια και θυμήθηκε τα σχέδια της με τον Μ. Εκείνος, δεν έχει πάει ακόμα. Στο μυαλό του, έχει πάει μαζί της εκείνο το καλοκαίρι. Συγνώμη, εκείνο το “βεράνο”. Έτσι, συνεχίζει και κάνει σχέδια, διαγράφοντας τα – για οποιοδήποτε λόγο απραγματοποίητα – ως ενδεχόμενα. “Βεράνο” είναι και όλα επιτρέπονται.

     

     

     

     

     

     

     

    ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ

    ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

    ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ

    ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ